φαρφουρί

φαρφουρί
το фарфор

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "φαρφουρί" в других словарях:

  • φαρφουρί — το (λ. τουρκ.) 1. λεπτή πορσελάνη, το τσινί. 2. σκεύος (δοχείο, αγγείο) από λεπτή πορσελάνη: Βάλε στο φαρφουρί λουλούδια …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • φαρφουρί — το, Ν 1. λεπτή κατεργασμένη πορσελάνη 2. συνεκδ. δοχείο, σκεύος από λεπτή πορσελάνη. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. firfiri πιθ. < πορφύριον < πορφύρα, λόγω τού ότι αρχικά θεωρούσαν ότι τα αγγεία αυτά ήταν κατασκευασμένα από σπασμένα κοχύλια] …   Dictionary of Greek

  • φαρφουρένιος — α, ο, Ν 1. κατασκευασμένος από φαρφουρί 2. μτφ. αυτός που έχει την χροιά φαρφουριού. [ΕΤΥΜΟΛ. < φαρφουρί + κατάλ. ένιος (πρβλ. μαρμαρ ένιος)] …   Dictionary of Greek

  • farfurie — FARFURÍE, farfurii, s.f. 1. Obiect de faianţă, de porţelan etc., de obicei de formă rotundă, cu marginile puţin ridicate şi cu fundul plat sau adâncit, în care se serveşte mâncarea. 2. (înv.) Porţelan. ♢ (fam.; în sintagma) Farfurie zburătoare =… …   Dicționar Român

  • φαρφουρένιος, -ια, -ιο — ο κατασκευασμένος από φαρφουρί (βλ. λ.), από λεπτή πορσελάνη, ο πορσελάνινος: Φαρφουρένιο βάζο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»